Ευρήματα ύπαρξης “κρυφής απώλειας ακοής” σε φοιτητές
Για πρώτη φορά, ερευνητές του νοσοκομείου “Massachuetts Eye and Ear”, ανακάλυψαν συσχέτιση της δυσκολίας κατανόησης της ομιλίας σε θορυβώδες περιβάλλον με ευρήματα κοχλιακής συναπτοπάθειας, μια κατάσταση γνωστή ως “κρυφή απώλεια ακοής”, σε φοιτητές με ακοή μέσα στα φυσιολογικά όρια όπως ορίζεται από το κλασσικό ακοόγραμμα.
Σε μια μελέτη, με επικεφαλή τον Stéphane Maison, Ph.D., στην οποία συμμετείχαν νεαροί ενήλικες οι οποίοι έχουν υπερεκτεθεί σε υψηλές εντάσεις, βρέθηκε συσχέτιση μεταξύ του σκορ απόδοσης που είχαν σε ένα τεστ ομιλητικής ευκρίνειας σε συνθήκες θορύβου και στην κατάσταση υγείας του ακουστικού τους νεύρου. Η ερευνητική ομάδα επίσης παρατήρησε σημαντικά καλύτερες βαθμολογίες στο τεστ ομιλητικής ευκρίνειας σε συνθήκες θορύβου μεταξύ των ενηλίκων που τακτικά προστάτευαν την ακοής τους όταν εκτίθετο σε υψηλές εντάσεις.
Ο Dr. Maison αναφέρει πως ενώ η ικανότητα κατανόησης της ομιλίας σε ησυχία ήταν ίδια για όλους τους συμμετέχοντες της έρευνας, τα άτομα τα οποία είχαν εκτεθεί επανειλημμένα σε υψηλές εντάσεις, είχαν μεγαλύτερη δυσκολία να κατανοήσουν την ομιλία σε συνθήκες θορύβου σε σχέση με άτομα που δεν είχαν εκτεθεί σε φασαρία.
Εκτιμάται ότι περίπου 48 εκατομμύρια Αμερικανοί πάσχουν από απώλεια ακοής είτε λόγω έκθεσης σε φασαρία είτε λόγω της γήρανσης που επιφέρει εκφυλισμό των αισθητηρίων κυττάρων του έσω ωτός (κοχλίας). Παραδοσιακά αυτό διαγιγνώσκεται από την αύξηση της έντασης που απαιτείται για να ακούσει ο εξεταζόμενος έναν πολύ χαμηλό τόνο κατά την εκτέλεση του ακοογράμματος.
Από την άλλη πλευρά η “κρυφή απώλεια ακοής” αφορά την ύπαρξη συναπτοπάθειας ή την καταστροφή των συνδέσεων μεταξύ των ακουστικών νευρικών ινών και των αισθητηρίων κυττάρων, ένα είδος βλάβης που συμβαίνει πολύ πριν την απώλεια αυτών καθαυτών των αισθητηρίων κυττάρων. Η απώλεια αυτών των συνδέσεων πιθανώς να προκαλεί την δυσκολία κατανόησης της ομιλίας σε φασαρία και την εμφάνιση εμβοών. Η “κρυφή απώλεια ακοής” δεν είναι δυνατόν να μετρηθεί με το κλασσικό ακοόγραμμα, γι’ αυτό και ερευνητές έχουν αναλάβει την ανάπτυξη μεθόδων για την διάγνωση της κοχλιακής συναπτοπάθειας.
Η ύπαρξη διαγνωστικών μεθόδων για την “κρυφή απώλεια ακοής”, θα βοηθήσουν στην καλύτερη κατανόηση της πάθησης αλλά και εύρεση νέων θεραπειών. Έρευνες σε ζώα έχουν δείξει, πως σε κάποιες περιπτώσεις, οι συνδέσεις μεταξύ των αισθητηρίων κυττάρων και του ακουστικού νεύρου μπορούν να αποκατασταθούν με την χρήση αυξητικών παραγόντων, όπως οι νευροτροφίνες.